Ένοιωσε ένα χέρι να την αγγίζει διστακτικά και γύρισε να δει ποιος ήταν .
Πετάρισε τα μάτια της στον ρυθμό της καρδιάς της πριν ψιθυρίσει το όνομα του .
Τρελός χορός άρχισε στην καρδιά της σε ρυθμό γοργό ,νεανικό …
Κύματα από αναμνήσεις ακούμπησαν στην αμμουδιά της μνήμης της και έβρεξαν τα
γυμνά πόδια των απολήξεων των νευροδιαβιβαστων της …Αισθήματα ,μυρωδιές , εικόνες ,βρήκαν το δρόμο και έκαναν τις παλιές αναφορές να γίνουν ένα με την τωρινή στιγμή …
Αυτή την στιγμή ένοιωθε σαν το χαλασμένο ρολόι του πατρικού της σπιτιού ,που ο
κούκος μπερδεμένος φώναζε στριγκά τις ώρες όποτε ήθελε αυτός ,αγέραστος αλλά χαλασμένος ,καλοκουρδισμενος από χέρια γερασμένα περισσότερο από συνήθεια με την γνώση πως δεν είναι αξιόπιστος πια …κι αυτή σαν κι αυτόν τον κούκο καλοκουρδισμενη από χέρια νεανικά και μη , που επιμένουν να κουρδίζουν και από ανάγκη και από συνήθεια ,με την γνώση όμως πως η αξιοπιστία της είναι δεδομένη ένοιωθε πως καλύτερα να έχανε την αξιοπιστία της όπως έχασε μερικούς χτύπους της καρδιάς της και αντί να φωνάξει την λάθος ώρα ψιθύρισε βραχνιασμένη το όνομα του …
Στα μάτια της έμοιαζε ο ίδιος ,όπως χρόνια πριν και έλπιζε πως και στα δικά του μάτια θα καθρεφτιζόταν η εικόνα που είχε τότε …αχ …γιατί να φύγει βιαστικά από το σπίτι το πρωί ,γιατί δεν είχε επιμεληθεί το μακιγιάζ της … γιατί δεν είχε βάλει το τζινακι της που την έκανε να δείχνει πιο νέα …θα φαινόταν πιο κοντά σε αυτό που ήξερε αυτός …δεν βαριέσαι …σημασία είχε τώρα πια , να μην καταλάβει πως έχασε την νεανική ψυχή της ,την ψυχή που έλεγε πως θαύμαζε …την ψυχή που ήταν έτοιμη για νέες περιπέτειες και ταξίδια και εμπειρίες …την ψυχή που δεν μπορούσε να ακολουθήσει τότε , επειδή οι αλυσίδες των υποχρεώσεων ,της καριέρας ,των γονικών απαιτήσεων και των στερεοτύπων τον κρατούσαν δεμένο στην πραγματικότητα .
Μη καταλάβει ήθελε, πως έγινε κι αυτή όπως αυτός …πως αλυσοδέθηκε με την θέληση της ,πως ενστερνίσθηκε και βιώνει όλα όσα αρνήθηκε τότε σ’αυτόν ..
Ποσά λεπτά πέρασαν … πόση ώρα χρειάστηκε για να βεβαιωθεί πως δεν έκανε λάθος … πως είναι αυτή … πόση ώρα έκανε η φωνή της να βγει από το στόμα της …
τι χρώμα είχε η φωνή της …?
« Ματάκια μου ??? » άκουσε να της λέει …και μια ζεστή , γλυκιά γεύση , γέμισε το στόμα της και μυρμήγκιασε το σώμα της …δύναμη που έχει το χρώμα της φωνής να φέρνει ανατριχίλες γνώριμες στο κορμί ..Άπλωσε τα χέρια της να αγγίξει τα απλωμένα χέρια του και βρέθηκε στην αγκαλιά του…
Απόσπασμα από μυθιστόρημα …τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στην Μαρα Κομπιδου
Σάββατο 6 Μαρτίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου